Ο περίπατος

Ένα απόγευμα του Μαΐου με γλυκό ήλιο, πήρα την απόφαση να περπατήσω μέχρι το κοντινό στρατόπεδο. “Να περπατήσω”…,σε πρώτη, και ίσως και σε τελευταία ανάγνωση, φαντάζει να γράφει κάποιος φιλόδοξος, εντούτοις ατάλαντος συγγραφέας, που μόνο από ιδέες δεν βρίθει… Ωστόσο με δεδομένο το γεγονός ότι δεν έχουμε τίποτα δεδομένο στην ζωή μας, μπορώ να σας πω πως θα έπρεπε ο καθένας μας να το εκτιμά δεόντως σε συχνή βάση.

Τους τελευταίους μήνες κατάλαβα ότι έχω οστεοπόρωση, και πώς να μην έχω δηλαδή, εφόσον ένας Θεός ξέρει από πότε έχει να με δει ο ήλιος. Ως εκ τούτου λοιπόν, το να περπατούσα μόνη μου χωρίς βοήθεια μέχρι το στρατόπεδο μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως άθλος, αφού η κατάστασή μου κρινόταν – και κρίνεται ακόμα -, ιδιαίτερα σοβαρή.

Ξεκίνησα. Διάβαινα τον δρόμο με ιδιαίτερη προσοχή – δεν ήθελα να σκεφτώ τι θα συνέβαινε σε περίπτωση πτώσης -, ενώ ταυτόχρονα τριβέλιζε το μυαλό μου μιαν ανήσυχη ανησυχία. Είχα καταφέρει να μετατρέψω την τρεμούλα του άγχους σε κατάθλιψη. Μια κατάθλιψη που γέμισε όλες τις πνευματικές μου ικμάδες και απενεργοποίησε την σκέψη μου, σαν την μετατροπή ενέργειας, για την οποία συχνά γίνεται λόγος στην φυσική επιστήμη.

Τον περίπατο αυτό βρήκα την ευκαιρία να τον εκλάβω ως δυνατότητα επανασύνδεσης και συζήτησης με τον εαυτό μου. Ήταν μια επείγουσα ανάγκη. Άλλωστε, η ενασχόληση με τον συναισθηματικό μου κόσμο και την γλώσσα, μου δίνει πάντοτε την δυνατότητα της αστείρευτης δημιουργίας, υπονοώντας ένα ελεύθερο πνεύμα που ποτέ δεν μπόρεσε να στριμωχτεί σε καλούπια – φυλακές. Αποδέχτηκα τον εαυτό μου ως έχει με αγάπη κι άρχισα να ανατρέχω στα πώς και τα γιατί φτάσαμε ως εδώ. Δεν υπήρχε λόγος να μου θυμώσω… μόνον επίτηδες δεν μου το έκανα, επιπλέον σκεφτόμουν έντονα πως «δεν αξίζει να θλιβόμαστε για πράγματα που διορθώνονται, εφόσον διορθώνονται, όπως και για πράγματα που δεν διορθώνονται, εφόσον δεν διορθώνονται». Ακόμη και αν βιώνουμε μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση, μπορούμε μέσα από αυτήν να βρούμε πατήματα που θα μας οδηγήσουν στην ευτυχία.

Μέσα από εμένα για όλους εσάς, με αγάπη 😍

Σκεφτόμουν λοιπόν, όπως περπατούσα, πως τις περισσότερες φορές έρχεται ένα πολύ δυνατό συμβάν στην ζωή μας, που μας ταράζει τα νερά γιατί υπάρχει κάτι που πρέπει σε επείγοντα χρόνο να αλλάξουμε στον εαυτό μας και δίχως αυτό ουδέποτε θα προχωρούσαμε σε προσωπικές αλλαγές στην εξέλιξή μας. Αυτό μπορεί να είναι ο θάνατος ενός αγαπημένου μας προσώπου, ένας χωρισμός, μια ασθένεια, η απώλεια εργασιακής θέσης, ένα τροχαίο ατύχημα, διάλυση οικογενειακών σχέσεων αποτυχία σε εκπαιδευτικές εξετάσεις, μια ληστεία, μια προφυλάκιση ή ο,τιδήποτε αρνητικό βαραίνει τον /ην καθένα /μία.

Συνήθως, οι άνθρωποι όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα (εξαιρετικά) δυσάρεστο γεγονός, θρηνούν για κάμποσο χρονικό διάστημα, ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία τους και κατόπιν προχωρούν παρακάτω στην ζωή τους, δίχως να σκεφτούν τι μπορεί να το προκάλεσε αυτό ή την/ις αιτία /ες που τους έφερε μάρτυρες ενός δυσάρεστου γεγονότος, ή γιατί έπρεπε να το βιώσουν αυτό. Σπάνια αναρωτιούνται την αιτία που τους αφορά, τον λόγο που «έτυχε» να παρουσιαστεί στην ζωή τους η συγκεκριμένη δυσάρεστη εμπειρία.

Επομένως θα πρέπει να εστιάσουμε καλύτερα στα ενδότερά μας, προκειμένου να καταλάβουμε για ποιο /α σημείο /α του εαυτού μας χτυπάει το καμπανάκι αλλαγής. Για παράδειγμα το πένθος ή ο χωρισμός, μπορεί να σημάνει την ανάγκη ανεξαρτητοποίησης και στήριξης στις προσωπικές μας δυνάμεις, την σημασία ύπαρξης της μοναχικότητας όχι μοναξιάς-στην ζωή μας ή την ανάγκη να σταματήσουμε να προσδοκάμε από τους άλλους. Ή η εμφάνιση μιας ασθένειας μπορεί να σημάνει την ανάγκη αλλαγής του τρόπου που αγαπάμε τον εαυτό μας, ή την ανάγκη αύξησης της αυτοπεποίθησης κι ένα σωρό άλλα. Βέβαια στην απώλεια ενός προσώπου δεν εννοούμε ότι είναι παράλογο να στενοχωρηθούμε. Ωστόσο, αν αγαπάμε σωστά τον εαυτό μας και επιζητούμε το καλό του, αυτό θα πρέπει να συμβεί ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, κι όχι ες αεί. Είναι αναγκαίο κάποια στιγμή να περάσουμε στην φάση της αποδοχής, αποφεύγοντας την παγίδα της άρνησης.

Ψάξε να βρεις την ρίζα του κακού

Έχετε ακούσει ποτέ την λέξη «ηλιοφοβία»;Η απάντηση μάλλον θα είναι αρνητική. Συνήθως σε όποιον άνθρωπο την ανέφερα, είτε νόμιζε ότι κάνω πλάκα, είτε έμενε έκπληκτος και ζητούσε να μάθει περισσότερες πληροφορίες για αυτήν. Η ηλιοφοβία ανήκει «στο club των πιο σπάνιων φοβιών που υπάρχουν», και όπως το λέει και η ίδια η λέξη, αναφέρεται στον φόβο που έχει κανείς για τον ήλιο. Έζησα πολλά χρόνια «υπό την σκιά της», και μπορώ με βεβαιότητα να σας πω ότι μου έφαγε τα σωθικά, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Υπήρξε καιρός που έβγαινα έξω μόνον το βράδυ και γνώριζα τι ώρα είναι μονάχα εάν κοιτούσα το ρολόι, εφόσον και στο σπίτι τα στόρια έπρεπε απαραιτήτως να είναι κλειστά. Και να που τώρα ήρθα αντιμέτωπη και με την οστεοπόρωση ως απώτερη συνέπεια της (ιδεοψυχαναγκαστικής) διαταραχής, από τις πιο σοβαρές καταστάσεις της, καθώς απέκτησα πολλαπλά κατάγματα. Ως εκ τούτου, «απέκτησα» κι ένα ποσοστό αναπηρίας. Στην περίπτωσή μου λοιπόν, η ρίζα του κακού ήταν ένας ιδεοψυχαναγκασμός, τον οποίο είχα αρχίσει να προσπαθώ να εξαλείψω, αν και με αρκετή χρονοκαθυστέρηση.

Παρόλες τις ανικανότητες και τους φοβερούς πόνους, συνειδητοποίησα ότι είναι οστεοπόρωση μόνο όταν έσπασε και η λεκάνη.

Το μόνο που με ανησυχούσε ήταν η αφόρητη κούραση που ένιωθα συνέχεια και το θολωμένο μυαλό, κι αυτό γιατί τον Ιούνιο θα έδινα πανελλαδικές με τελικό στόχο την εισαγωγή μου στο τμήμα της ψυχολογίας του απθ. Συνεπώς, έπρεπε η νοητική μου κατάσταση να είναι καλή, εφόσον το τμήμα έχει υψηλή βάση.

Πήρα εντελώς ψύχραιμα την όλη κατάσταση. Υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως από τούδε και στο εξής, με ηρεμία, θα έπαιρνα την κατάσταση στα χέρια μου φροντίζοντας να εξαφανίσω την ρίζα του κακού, προκειμένου να με βγάλω από τον κάποτε φανταστικό μου Άδη που ως φαίνεται πλέον μεταβλήθηκε σε απτή πραγματικότητα. Από την στιγμή που πήρα μια απόφαση, για μένα ήταν σαν ήδη να ‘χε υλοποιηθεί. Απέκλεια οποιαδήποτε αρνητική έκβαση και θεωρούσα – ακόμα θεωρώ – βέβαιο πως κάποια μέρα θα κάνω όλα εκείνα που έκανα παλιά, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, γιατί απλώς ΘΕΛΩ να τα κάνω.

Άρχισα να κουράζομαι από αυτό το απλό περπάτημα. Ζαλιζόμουν κι ήθελα όσο τίποτα να ξαποστάσω. Με σύγκρινα όταν έτρεχα τους ημιμαραθωνίους στα βουνά και στα λαγκάδια, στις ασφάλτους. Απίστευτο πώς αλλάζει ο άνθρωπος και καθηλώνεται από την μια στιγμή στην άλλη…

Παρατηρώ και συνδέω :

Μαθαίνω μέσα από τον εαυτό μου τους άλλους

Στο δρόμο συναντώ πάντα στο ίδιο σημείο μια μουριά, με άσπρα μούρα. Πολλά έχουν πέσει χάμω, λεκιάζοντας ανεξίτηλα την άσφαλτο. Αν ήμουν λίγο ψηλότερη, ή είχα σκάλα μαζί μου, θα μάζευα, το δίχως άλλο,καθώς είμαι της άποψης ότι «την φύση πρέπει να την παρατηρούμε και να την τιμούμε». Ωστόσο, όσο μεγαλοπρεπής κι αν είναι, όσο δέος κι αν μου μεταδίδει,άλλο τόσο οι υπόλοιποι άνθρωποι είναι αποσυνδεδεμένοι από αυτήν. Πριν πάω στο στρατόπεδο, καμιά φορά, στέκομαι και την κοιτάζω από διάφορες πλευρές και γωνίες. Οι περαστικοί με κοιτάζουν περίεργα. Αδιαφορώ. Για μένα, εκείνες τις στιγμές υπάρχω μόνον εκείνη κι εγώ. Την συνδέω με το παρελθόν, που απηχεί καλύτερα τον ρόλο της, αλλά και με το παρόν, μ’ εμένα, με πολλά, με όλα την συνδέω. Κάποτε σήμαινε πολλά, και τώρα ένα τίποτα. Γιατί άραγε; Οι άνθρωποι αλλάξανε, κι άλλαξε κι ο ρόλος της μαζί τους. Μου προκαλεί φόβο όλο αυτό. Υποδηλώνει μια συναισθηματική αγριάδα. Δεν γίνεται να περάσεις από αυτό το σημείο και να μην την προσέξεις. Πώς γίνεται η αναισθησία να είναι τόση, ώστε να σου καλύπτει τα μάτια κι εσύ να μην το νιώθεις ώστε να την παραμερίσεις;!

Πίσω από αυτούς τους τοίχους μπορώ άνετα να διακρίνω τον εαυτό μου. Μπορώ περπατώντας σε κάθε τετραγωνικό εκατοστό, ακόμα και στον αέρα, να συναντήσω τον εαυτό μου εδώ μέσα, να ταυτιστώ. Μπαίνοντας σ’ αυτό το στρατόπεδο, ορισμένες φορές είναι σαν να αρνούμαι την ύπαρξή μου έξοθεν αυτού. Οι φωνές, των εφήβων κυρίως , για να τους προσέξουν, η βαβούρα, η συγκοινωνία, οι καφετέριες, ο πανομοιότυπος ενδυματολογικός κώδικας, οι κόπιες στις γκριμάτσες και στις συμπεριφορές, το «πρέπει να κάνεις αυτό ή το άλλο γιατί 2021 έχουμε κι αν δεν το κάνεις τίθεσαι εκτός συστήματος και σε δείχνουν με το δάχτυλο», είναι έξω από εμένα. Μου μεταδίδουν μιαν αναπάντεχη ανησυχία και με χωρίζουν από την Άννα, την οποία ξεκίνησα τόσο επίμονα ν’ αναζητώ πριν από πολλά έτη. Αρνούμαι να υπάρχω στον εκτός στρατοπέδου χώρο αλλά πρέπει… Πρέπει, κι αυτό με εξαντλεί, γι’ αυτό κάνω ό, τι μπορώ για να μου μοιάζει έτσι αθόρυβα όπως υποσχέθηκα, αφήνοντας κατά την κρίση μου ξεθωριασμένες υπογραφές, με την ελπίδα να κινήσουν περιέργειες.

(Συνεχίζεται)…

Προτεινόμενος τρόπος χρήσης του κειμένου :

Μπορείτε ν’ αντιπαραβάλλετε το δικό σας «πρόβλημα» στο «πρόβλημά» μου, παίρνοντας ιδέες για τον τρόπο αντιμετώπισής του. Επιπλέον, μπορείτε ν’ αρχίσετε να γίνεστε πιο παρατηρητικοί στις δικές σας διαδρομές, συνειδητοποιώντας πού σας αφορούν οι καινούργιες σας παρατηρήσεις.